Εξωτροπία

Η εξωτροπία αποτελεί μια λιγότερο συχνή μορφή στραβισμού. Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενα κεφάλαια, η κατάληξη (-τροπία) δηλώνει την έκδηλη παρουσία του στραβισμού (σε αντίθεση με την κατάληξη –φορία που σημαίνει τη λανθάνουσα) και το πρόθεμα (έξω-) δηλώνει την κατεύθυνση που στρέφεται το μάτι που στραβίζει.

Μπορεί να στραβίζει μόνο το ένα μάτι ή πότε το ένα και πότε το άλλο.

Συνήθως εμφανίζεται στις ηλικίες μεταξύ 2 και 5 ετών. Η πρώτη εκδήλωση της εξωτροπίας παρατηρείται όταν το παιδί είναι κουρασμένο ή άρρωστο και διαρκεί μόνο λίγα δευτερόλεπτα, μέχρις ότου το παιδί ανοιγοκλείσει τα μάτια του ή κοιτάξει προς άλλη κατεύθυνση.

Στην τυπική της εμφάνιση η εξωτροπία συμβαίνει όταν το παιδί κοιτάζει κάποιο αντικείμενο σε απόσταση μεγαλύτερη των 3 μέτρων. Το γεγονός αυτό κάνει ακόμη πιο δύσκολη την αναγνώριση της εξωτροπίας από τους γονείς, οι οποίοι πλησιάζουν κοντά στο παιδί, για να παρατηρήσουν τα μάτια του, οπότε αυτά ευθυγραμμίζονται. Με την πάροδο του χρόνου όμως τα επεισόδια της εξωτροπίας γίνονται συχνότερα και διαρκούν περισσότερο.

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι, εφόσον η υπερμετρωπία προκαλεί εσωτροπία, ίσως η μυωπία να είναι η γενεσιουργός αιτία μιας εξωτροπίας. Τα πραγματικά αίτια όμως της εξωτροπίας παραμένουν ασαφή και τα παιδιά που εμφανίζουν εξωτροπία δεν έχουν κάποια διαθλαστική ή άλλη ανωμαλία, σε βαθμό που να τα διαφοροποιεί από τα παιδιά που δεν έχουν στραβισμό.

Διπλωπία και απώθηση
Παιδιά που το ένα τους μάτι στραβίζει προς τα έξω το πιθανότερο είναι να βλέπουν και διπλά. Όταν αυτό συμβεί, προσπαθούν να το επαναφέρουν με βλεφαρισμούς (γρήγορο άνοιγμα και κλείσιμο των βλεφάρων) ή με τρίψιμο του ματιού. Αν δεν το καταφέρουν, τότε αναγκάζονται να κλείσουν ή να καλύψουν με το χέρι το μάτι που στραβίζει, ώστε να εξαλείψουν τη διπλωπία. Τέτοιες κινήσεις του παιδιού παρατηρούνται συνήθως σε εξωτερικούς χώρους, ιδιαίτερα όταν υπάρχει μεγάλη ηλιοφάνεια, ή μέσα στο σπίτι, όταν το παιδί βλέπει τηλεόραση.

Σταδιακά ο εγκέφαλος του παιδιού απωθεί την εικόνα από το μάτι που στραβίζει, με αποτέλεσμα να επέρχεται αμβλυωπία. Η μείωση της όρασης όμως είναι λιγότερο σοβαρή από την αμβλυωπία που προκαλεί μια εσωτροπία.

Θεραπεία της εξωτροπίας

Αν συνυπάρχει αμβλυωπία, πρέπει να αντιμετωπίζεται πριν την εξωτροπία. Αυτό επιτυγχάνεται  με κάλυψη του «καλού» ματιού, αν και μερικές φορές ο οφθαλμίατρος μπορεί να συστήσει εναλλαγή της κάλυψης, μία μέρα το «καλό» μάτι και μία μέρα το ασθενές.

Η οριστική αντιμετώπιση της εξωτροπίας είναι η χειρουργική διόρθωση.

Ορισμένοι οφθαλμίατροι, πριν καταφύγουν στην εγχείρηση, δοκιμάζουν πιο συντηρητικές μεθόδους, όπως τη χρήση μυωπικών γυαλιών, ακόμη και αν το παιδί δεν έχει μυωπία. Οι αρνητικοί (μυωπικοί) φακοί θα αυξήσουν την προσπάθεια του παιδιού για προσαρμογή και η μεγαλύτερη σύγκλιση που την συνοδεύει ίσως να είναι αρκετή, για να διορθώσει την εξωτροπία.
Στην πράξη πάντως οι μη χειρουργικές μέθοδοι απλώς καθυστερούν την επέμβαση και αργά η γρήγορα το παιδί θα πρέπει να χειρουργηθεί, ιδιαίτερα αν η εξωτροπία έχει γίνει μόνιμη.

Ανεπάρκεια σύγκλισης
Η ανεπάρκεια σύγκλισης είναι μια ειδική μορφή εξωτροπίας με χαρακτηριστικά της την απουσία στραβισμού κατά τη μακρινή όραση και τη μετάβαση σε εξωτροπία, μόνον όταν το παιδί εστιάζει κοντά, όπως π.χ. κατά το διάβασμα.

Όπως δηλώνει και το όνομά της, αυτή η μορφή εξωτροπίας οφείλεται σε αδυναμία των ματιών να συγκλίνουν κατά την κοντινή όραση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επέρχεται κοπιωπία σε παρατεταμένης διάρκειας κοντινές ενασχολήσεις, όπως το διάβασμα.
Το πρόβλημα συνήθως εμφανίζεται στους έφηβους ή στους νεαρούς ενήλικες, οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για μαθησιακές δυσκολίες στην παιδική ηλικία.

Θεραπεία της ανεπάρκειας σύγκλισης
Η ανεπάρκεια σύγκλισης αντιμετωπίζεται κυρίως με ορθοπτικές ασκήσεις, που μπορεί ο ασθενής να εκτελέσει μόνος του στο σπίτι του. Αυτές γίνονται με τη χρήση ενός αντικείμενου, όπως ένα μολύβι ή ένα λαμπάκι, το οποίο ο ασθενής κρατά μπροστά του με τεντωμένο το χέρι και στη συνέχεια μετακινεί αργά προς τη μύτη του έχοντας συνέχεια το βλέμμα του εστιασμένο προς αυτό. Έτσι με τη συνεχή προσαρμογή ουσιαστικά γυμνάζει τους έσω ορθούς μύες που είναι υπεύθυνοι για τη σύγκλιση. Για ακόμη πιο εντατικό πρόγραμμα ασκήσεων μπορεί να χρησιμοποιηθούν και πρίσματα, που προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια για τη σύγκλιση και ακόμη καλύτερη εκγύμναση των μυών. Το πρόγραμμα αυτών των ασκήσεων μπορεί να κρατήσει μερικούς μήνες και, αν γίνει σωστά, τα συμπτώματα της εξωτροπίας βελτιώνονται.

Σε υποτροπή των συμπτωμάτων το πρόγραμμα των ασκήσεων απλώς επαναλαμβάνεται. Χειρουργική διόρθωση της ανεπάρκειας σύγκλισης γενικά δεν ενδείκνυται.

Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε διαθλαστική ανωμαλία πρέπει να διορθώνεται, ακόμη και η υπερμετρωπία, η διόρθωση της οποίας μειώνει την προσαρμογή.