Η μελέτη της αντίληψης των εικόνων ξεκίνησε ως φιλοσοφικό πρόβλημα αλλά γρήγορα εστιάστηκε στην έρευνα της κατασκευής και της λειτουργίας του ματιού και του νευρικού συστήματος.

Η μελέτη της αντίληψης των εικόνων ξεκίνησε ως φιλοσοφικό πρόβλημα αλλά γρήγορα εστιάστηκε στην έρευνα της κατασκευής και της λειτουργίας του ματιού και του νευρικού συστήματος.

Το πώς οι εικόνες από το περιβάλλον μας, φως οι ίδιες, που αντανακλάται πάνω στα διάφορα αντικείμενα, καταφέρνουν και φτάνουν στον εγκέφαλό μας, για να αξιολογηθούν, να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας και να αποθηκευθούν, είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά θέματα στην ιατρική και στην επιστήμη γενικότερα.

Ο καθρέπτης της ψυχής

Τα μάτια είναι ο καθρέπτης της ψυχής, λένε οι ρομαντικοί και οι καλλιτέχνες και, όταν λέμε ότι ένα άτομο έχει «όμορφα μάτια», συνήθως αναφερόμαστε στο χρώμα που έχουν οι ίριδές του. Το χρώμα της ίριδας στον άνθρωπο εξαρτάται από την ποσότητα της χρωστικής μελανίνης που περιέχει. Μάτια με υψηλή συγκέντρωση μελανίνης εμφανίζονται σκούρα καφέ ή μαύρα. Μέτρια συγκέντρωση μελανίνης κάνει τα μάτια να φαίνονται ανοιχτόχρωμα καφέ ή πράσινα, ενώ μάτια με χαμηλή συγκέντρωση φαίνονται γκρι ή συχνά γαλάζια, λόγω της σκέδασης του φωτός στο στρώμα της ίριδας.

Βρέφη από την Ασία ή την Αφρική γεννιούνται με καστανά ή μαύρα μάτια και συνήθως παραμένουν έτσι και όταν μεγαλώσουν. Στη λευκή φυλή αποτελεί συχνό φαινόμενο τα μωρά να γεννιούνται με ανοιχτόχρωμα γκρι ή γαλάζια μάτια, τα οποία κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της ζωής σκουραίνουν και μετατρέπονται σε πράσινα ή καφέ. Το τελικό χρώμα των ματιών εξαρτάται από τον ρυθμό παραγωγής της μελανίνης, που ελέγχεται από την κληρονομικότητα. Συνήθως στους 6 με 12 μήνες το χρώμα των ματιών σταθεροποιείται, αν και μικρές αλλαγές μπορεί να παρατηρηθούν και αργότερα.

Είναι πολύ σπάνιο για έναν άνθρωπο να έχει δύο μάτια διαφορετικού χρώματος εκ γενετής. Αλλαγές χρώματος, που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της ζωής στη μία μόνο ίριδα, μπορεί να συνδέονται με παθολογικές καταστάσεις και χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση.

 


Η ετεροχρωμία της ίριδας είναι σπάνια στο ανθρώπινο είδος.

Στο κέντρο της ίριδας βρίσκεται η κόρη του ματιού. Αν και πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι πρόκειται για κάτι που έχει μάζα και φυσική υπόσταση, στην πραγματικότητα πρόκειται για μια τρύπα, ένα κυκλικό άνοιγμα, στο κέντρο της χρωματιστής ίριδας.

Το εύρος της κόρης δεν είναι σταθερό και ρυθμίζεται συνεχώς από διάφορα ερεθίσματα.

Σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού η κόρη μεγαλώνει (φαινόμενο που ονομάζεται μυδρίαση), ώστε να εισέλθει όσο το δυνατόν περισσότερο φως μέσα στο μάτι. Η κόρη επίσης διαστέλλεται όταν έχουμε μπροστά μας κάποιο πρόσωπο ή αντικείμενο της αρεσκείας μας, ή αισθανθούμε πόνο ή κίνδυνο (ψυχοαισθητικό αντανακλαστικό).

Το εύρος της κόρης αντίθετα μικραίνει, για να περιορίσει το εισερχόμενο φως σε συνθήκες έντονου φωτισμού αλλά και για να εστιάσουμε σε κοντινά αντικείμενα (αντανακλαστικό της προσαρμογής), ή όταν ένα ξένο σώμα αγγίξει τον κερατοειδή (αντανακλαστικό του τριδύμου νεύρου) καθώς και όταν κλείνουμε τα βλέφαρα (αντανακλαστικό του σφιγκτήρα των βλεφάρων).

Οι κόρες συστέλλονται και διαστέλλονται ταυτόχρονα και στον ίδιο βαθμό (συνεργές αντανακλαστικό). Έτσι, αν φωτίσουμε με ένα μικρό φακό το ένα μόνο μάτι, θα έχουμε ταυτόχρονη συστολή (μύση) και στις δύο κόρες. Απώλεια του συνεργούς αντανακλαστικού μπορεί να σημαίνει κάποια εγκεφαλική βλάβη.

Παρά την κεντρική και σημαίνουσα θέση της η ίριδα δεν είναι το εξώτερο τμήμα του ματιού. Μπροστά από αυτήν βρίσκεται ένας διαφανής χιτώνας, που ονομάζεται κερατοειδής, ενώ μεταξύ τους υπάρχει ένας χώρος, ο πρόσθιος θάλαμος, που περιέχει ένα διαφανές υγρό, το υδατοειδές.

Ο κερατοειδής αποτελεί το σημείο εισόδου του φωτός μέσα στο μάτι και είναι από μόνος του ένας ισχυρός φακός. Αν και φαίνεται ιδιαίτερα απλός, σαν ένα «γυαλάκι» ή σαν ένας «φακός επαφής», εντούτοις είναι μια πολύπλοκη δομή, που αποτελείται από 5 στρώματα (επιθήλιο, μεμβράνη του Bowman, κυρίως στρώμα, Δεσκεμέτειο μεμβράνη, ενδοθήλιο). Η διατήρηση της διαφάνειας του κερατοειδούς είναι ζωτικής σημασίας για την όραση και εξαρτάται από σύνθετους βιοχημικούς μηχανισμούς.

Το «άσπρο» του ματιού ονομάζεται σκληρός χιτώνας. Όπως δηλώνει και το όνομά του, πρόκειται για το ανθεκτικό περίβλημα του ματιού, που του δίνει και το σφαιρικό του σχήμα.Εξωτερικά η πρόσθια επιφάνεια του σκληρού υπαλείφεται από μια λεπτή μεμβράνη, που ονομάζεται επιπεφυκότας. Ο επιπεφυκότας κάμπτεται στο άνω και στο κάτω μέρος της πρόσθιας επιφάνειας του σκληρού και υπαλείφει την εσωτερική επιφάνεια του άνω και του κάτω βλεφάρου αντίστοιχα.

 


Ο επιπεφυκότας (απεικονίζεται με κόκκινο χρώμα στην εικόνα) είναι μια διαφανής λεπτή μεμβράνη, που ξεκινά από την περιφέρεια του κερατοειδούς και καλύπτει την πρόσθια επιφάνεια του σκληρού χιτώνα και την έσω επιφάνεια των βλεφάρων.
Με Π.Θ. σημειώνεται ο πρόσθιος θάλαμος, ο χώρος δηλαδή μεταξύ κερατοειδούς και ίριδας.


Το μάτι που δεν φαίνεται

Υπάρχουν πολύ περισσότερα σε ένα μάτι από αυτά που βλέπουμε κοιτάζοντάς το εξωτερικά.

Πιο μέσα από τον σκληρό χιτώνα βρίσκεται ο χοριοειδής χιτώνας, που φέρει και τα αγγεία για την αιμάτωση των άλλων μερών του οφθαλμού. Μαζί με την ίριδα και το ακτινωτό σώμα (μια δομή που περιλαμβάνει τους μύες που ελέγχουν το εύρος της κόρης και τον μηχανισμό παραγωγής του υδατοειδούς υγρού) σχηματίζουν τον μεσαίο χιτώνα του ματιού, που ονομάζεται ραγοειδής. Οι ραγοειδίτιδες είναι μια μεγάλη κατηγορία φλεγμονών, που μπορούν να προσβάλουν το μάτι, και απαντώνται μόνες τους ή σε συνδυασμό με άλλα νοσήματα.

Ο αμφιβληστροειδής είναι ο εσωτερικός χιτώνας του ματιού. Παρότι το πάχος του είναι μόλις 1/4 του χιλιοστού, αποτελεί έναν εξαιρετικά πολύπλοκο ιστό, ο οποίος περιέχει τους φωτοϋποδοχείς (τα κωνία και τα ραβδία) που είναι υπεύθυνοι για την πρόσληψη της φωτεινής ενέργειας και την μετατροπή της σε νευρικά ερεθίσματα.

Η κεντρική περιοχή του αμφιβληστροειδούς ανάμεσα στους δύο μεγάλους αγγειακούς κλάδους ονομάζεται ωχρά κηλίδα και στο μέσο της βρίσκεται το κεντρικό βοθρίο, το οποίο εμφανίζει τη μεγαλύτερη πυκνότητα φωτοϋποδοχέων από κάθε άλλη περιοχή του αμφιβληστροειδούς αποτελώντας ουσιαστικά το «κέντρο» της όρασης.

 



Οι νευρικές ώσεις, που δημιουργήθηκαν στον αμφιβληστροειδή, μεταφέρονται στον εγκέφαλο με το οπτικό νεύρο, του οποίου η αρχή φαίνεται σαν ένας ανοικτόχρωμος μικρός δίσκος στο εσωτερικό του ματιού και ονομάζεται οπτική θηλή. Μερικές από τις ίνες των οπτικών νεύρων και των δύο ματιών χιάζονται (διασταυρώνονται) και συνεχίζουν με την υπόλοιπη οπτική οδό την πορεία τους προς τον ινιακό λοβό του εγκεφάλου στο πίσω μέρος του κεφαλιού.

Τον κύριο όγκο στο μάτι δίνει το υαλοειδές, ένα παχύρρευστο διαφανές υγρό που έρχεται σε επαφή απευθείας με τον αμφιβληστροειδή. Το υαλοειδές είναι προσκολλημένο χαλαρά στον αμφιβληστροειδή αλλά κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να αποκολληθεί (αποκόλληση του υαλοειδούς). Η αποκόλληση του υαλοειδούς είναι συνήθως αθώα αλλά μερικές φορές μπορεί να σχίσει τον αμφιβληστροειδή και να οδηγήσει στη συνέχεια σε αποκόλληση του τελευταίου με καταστροφικές συνέπειες για την όραση, αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως.

Συχνά, και με την πρόοδο της ηλικίας, το υαλοειδές χάνει σε ορισμένα σημεία τη διαφάνειά του, με αποτέλεσμα τις χαρακτηριστικές μυοψίες, την οπτική εντύπωση δηλαδή ότι μετακινούνται μπροστά μας σκουρόχρωμες κηλίδες («μυγάκια») ή «κλωστές». Κατά κανόνα οι μυοψίες είναι αθώες και με την πάροδο του χρόνου παύουμε και να τις προσέχουμε. Απότομη όμως εμφάνιση πολλών κηλίδων ή σκοτεινών περιοχών σαν κουρτίνα ή και λάμψεων μπορεί να σχετίζεται με σοβαρότερες καταστάσεις, όπως αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς, και είναι αναγκαία η εξέταση από ειδικό οφθαλμίατρο το συντομότερο δυνατόν.


Το μάτι ως φωτογραφική μηχανή

Το μάτι συχνά συγκρίνεται με μια φωτογραφική μηχανή και πράγματι οι ομοιότητές τους είναι μεγάλες. Όπως το οπτικό σύστημα της κάμερας εστιάζει το φως στο φιλμ, έτσι και το μάτι εστιάζει το φως στον αμφιβληστροειδή.

Η ίριδα, το χρωματιστό δηλαδή κομμάτι του ματιού, παίζει τον ρόλο του διαφράγματος και ρυθμίζει την ποσότητα του φωτός που εισέρχεται στο μάτι, ανάλογα με τη φωτεινότητα του χώρου στον οποίο βρισκόμαστε. Η κόρη, το σκοτεινό άνοιγμα δηλαδή στο κέντρο της ίριδας, μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον με χαμηλό φωτισμό και μικραίνει σε συνθήκες έντονου φωτισμού.

Ο κρυσταλλοειδής φακός βρίσκεται πίσω από την ίριδα αναρτημένος από μια δομή, που λέγεται ακτινωτό σώμα, με ένα σύστημα λεπτών ινών, τη Ζίννειο ζώνη. Η σύσπαση του ακτινωτού μυός, που αποτελεί τμήμα του ακτινωτού σώματος, αλλάζει την καμπυλότητα του φακού επιτρέποντας την εστίαση της όρασης σε διάφορες αποστάσεις.