Διπλωπία και απώθηση
Σχέση στραβισμού και όρασης
Στραβισμός και διόφθαλμη όραση
Κλίση της κεφαλής για αντιστάθμιση του στραβισμού

Διπλωπία και απώθηση
Αν ο στραβισμός αναπτυχθεί στην ενήλικο ζωή το αποτέλεσμα είναι η αντίληψη δύο εικόνων για το ίδιο αντικείμενο, κατάσταση που ονομάζεται διπλωπία. Η μία εικόνα μπορεί να φαίνεται ζωηρότερη από την άλλη, ούτως ή άλλως όμως η διπλωπία είναι ιδιαίτερα ενοχλητική και είναι ικανή να καταστήσει το άτομο ανήμπορο να εκτελέσει και τις πιο απλές καθημερινές δραστηριότητες.

Στο μικρό παιδί όμως, που το οπτικό του σύστημα δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως, ο εγκέφαλος τείνει να απορρίψει ενεργητικά τη δεύτερη εικόνα, σε μια προσπάθειά του να σταματήσει την ενόχληση που προκαλεί η διπλωπία. Η απώθηση αυτή οδηγεί σε μη αναστρέψιμη ελάττωση της όρασης στο μάτι που δεν χρησιμοποιείται, παρότι το μάτι μπορεί κατά τα άλλα να είναι υγιές. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται αμβλυωπία ή «τεμπέλικο μάτι» και εξετάζεται αναλυτικά σε επόμενο κεφάλαιο.

Σχέση στραβισμού και όρασης
Ο στραβισμός και η οπτική λειτουργία είναι αλληλοεξαρτώμενα, με την έννοια ότι και ο στραβισμός οδηγεί μείωση της όρασης και ή κακή όραση μπορεί να οδηγήσει αντιστοίχως σε στραβισμό.

Ο εγκέφαλος ενός μικρού παιδιού με στραβισμό απωθεί ακούσια την εικόνα του ματιού που στραβίζει, σε μια προσπάθεια να σταματήσει τη διπλωπία. Ακόμη και εάν και τα δύο μάτια είχαν εξίσου καλή όραση πριν από την έναρξη του στραβισμού, σε σύντομο χρονικό διάστημα (εβδομάδων ή μηνών) το μάτι που υπολειτουργεί χάνει το μέγιστο της οπτικής του οξύτητας. Αυτό μπορεί να αποφευχθεί δίνοντας και στο μάτι που στραβίζει την ευκαιρία να λειτουργήσει και να δεχθεί χρήσιμα οπτικά ερεθίσματα, κάτι που επιτυγχάνεται με κάλυψη του άλλου ματιού. Η όλη διαδικασία της κάλυψης του «καλού» ματιού χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και συγκεκριμένο πρόγραμμα εφαρμογής, ώστε να μη φθάσουμε στο αντίθετο άκρο και αρχίσει να υπολειτουργεί το μέχρι πρότινος «καλό» μάτι.

Σε άλλες πάλι περιπτώσεις είναι η πτωχή όραση του ενός ματιού η αιτία που μπορεί να οδηγήσει σε στραβισμό. Αυτό συμβαίνει γιατί το «κακό» μάτι δεν παράγει αρκετή και χρήσιμη οπτική πληροφορία, ώστε να εναρμονιστεί με το «καλό», με αποτέλεσμα την κατάσταση που ονομάζεται αισθητηριακός στραβισμός. Στα μικρά παιδιά το μάτι που στραβίζει λόγω μειωμένης όρασης στρέφεται προς τα έσω (αισθητηριακή εσωτροπία). Στα μεγαλύτερα παιδιά και στους ενήλικες η στροφή είναι συνήθως προς τα έξω (αισθητηριακή εξωτροπία). Ανεξαρτήτως ηλικίας το «κακό» μάτι συνήθως βρίσκεται ψηλότερα από το «καλό».

Ο στραβισμός λόγω πτωχής όρασης του ενός ματιού μπορεί να υποχωρήσει, ή ακόμη και να εξαλειφθεί, με τη διόρθωση του υποκείμενου προβλήματος. Αν όμως το μάτι παρεκκλίνει σημαντικά ή το χρονικό διάστημα που έχει περάσει είναι μεγάλο, μπορεί να χρειαστεί να καταφύγουμε σε άλλες μεθόδους ευθυγράμμισης. Τα γυαλιά για παράδειγμα μπορούν να βοηθήσουν ένα παιδί με αισθητηριακή εσωτροπία, που έχει υπερμετρωπία στο «καλό» μάτι.

Η χειρουργική αντιμετώπιση αποτελεί άλλη μία δυνατότητα, αλλά δυστυχώς δεν διορθώνει και την όραση, ενώ μερικές φορές η παρέκκλιση υποτροπιάζει.

Στραβισμός και διόφθαλμη όραση

Ένα βασικό ερώτημα για τα παιδιά με στραβισμό είναι το πώς αυτή η κατάσταση επηρεάζει τις καθημερινές τους δραστηριότητες. Βλέπει το παιδί να διαβάσει σωστά; Μπορεί να κάνει ποδήλατο ή να συμμετέχει κανονικά σε αθλητικές ή άλλες δραστηριότητες;

Η φυσιολογική όραση είναι διόφθαλμη, προκύπτει δηλαδή από τη συγχώνευση των ελαφρώς διαφορετικών εικόνων που παράγουν τα δύο μάτια μας, σχηματίζοντας μια πλούσια σε πληροφορία έγχρωμη στερεοσκοπική εικόνα με χαρακτηριστική την αίσθηση του βάθους. Η ανθρώπινη όραση είναι με άλλα λόγια κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή «φωτογραφία» του περιβάλλοντος χώρου.

Αν ο στραβισμός είναι παρών από τη γέννηση ή τους πρώτους μήνες της ζωής, είναι πρακτικά αδύνατο για το παιδί να αποκτήσει διόφθαλμη όραση. Μπορεί να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί το κάθε μάτι χωριστά και να έχει και άριστη οπτική οξύτητα, αλλά αποκλείεται να έχει πραγματική στερεοσκοπική όραση, εκτός αν υποβληθεί σε διορθωτική επέμβαση τον πρώτο χρόνο της ζωής. Ακόμη και τότε η διόφθαλμη όραση δεν αναπτύσσεται πλήρως και υπολείπεται από τα άλλα παιδιά, που δεν εμφάνισαν στραβισμό.

Οι περισσότεροι στραβισμοί εμφανίζονται συνήθως πριν από την ηλικία των 4 ετών. Τον πρώτο χρόνο της ζωής του το βρέφος έχει ήδη μάθει να χρησιμοποιεί και τα δύο του μάτια συνεργατικά, επομένως αντιλαμβάνεται ότι βλέπει διπλά. Αν δεν υπάρξει κάποιος αντιρροπιστικός μηχανισμός από το παιδί ή κάποια θεραπευτική αντιμετώπιση, η εικόνα από το μάτι που στραβίζει θα απωθηθεί από τον εγκέφαλο, σε μια προσπάθειά του να εξαλειφτεί τη διπλωπία. Όταν αυτό συμβεί, το παιδί αισθάνεται και λειτουργεί πολύ καλά. Μπορεί να χρησιμοποιεί μόνο το ένα μάτι, για να εστιάζει, ή πότε το ένα και πότε το άλλο, αλλά σε κάθε περίπτωση βλέπει καλά. Έχει βέβαια χάσει τη στερεοσκοπική του όραση, αλλά σταδιακά μαθαίνει να εκτιμά με έμμεσο τρόπο τις αποστάσεις και στην πράξη δεν θα διαφέρει από τα άλλα παιδιά με πραγματική διόφθαλμη όραση.

Η περιφερική όραση του παιδιού δεν επηρεάζεται από τον στραβισμό. Ο μηχανισμός της απώθησης αφορά μόνο την κεντρική όραση, με την περιφερική να παραμένει ανεπηρέαστη.

Μάλιστα, παιδιά με εξωτροπία (το μάτι μόνιμα στραμμένο προς τα έξω) ενδεχομένως να έχουν και ακόμη μεγαλύτερο εύρος στο οπτικό τους πεδίο από το συνηθισμένο.

Κλίση της κεφαλής για αντιστάθμιση του στραβισμού

Σε ορισμένους τύπους στραβισμού τα μάτια έχουν περιορισμένο εύρος κινήσεων σε μία ή περισσότερες κατευθύνσεις. Ως αποτέλεσμα, τα μάτια δεν μπορούν να ευθυγραμμιστούν στην ευθεία (πρωτεύουσα) βλεμματική θέση. Τα παιδιά αντιμετωπίζουν αυτή την κατάσταση κλίνοντας το κεφάλι με τέτοιον τρόπο, ώστε και τα δύο τους μάτια να μπορούν να συνεργαστούν σωστά.

Παιδιά που δεν μπορούν για παράδειγμα να σηκώσουν το ένα μάτι στην ευθεία θέση, ανασηκώνουν αντ’ αυτού το πηγούνι τους, προκειμένου να δουν μπροστά, μιας και η κάτω βλεμματική θέση είναι η μόνη στην οποία τα μάτια μπορούν να έλθουν στο ίδιο επίπεδο και να συγχρονιστούν.

Αυτή η ανώμαλη κλίση της κεφαλής είναι το πρώτο σημείο που γίνεται αντιληπτό από την οικογένεια του παιδιού και δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, γιατί χάρη σε αυτή την κλίση τα συγκεκριμένα παιδιά αναπτύσσουν συχνά και καλή οπτική οξύτητα και διόφθαλμη όραση.