ΡΑΓΟΕΙΔΙΤΙΔΕΣ

Αν θεωρήσουμε (υπεραπλουστευτικά) το μάτι σαν ένα μπαλάκι, το τοίχωμά του αποτελείται από τρεις χιτώνες. Εσωτερικά βρίσκεται ο αμφιβληστροειδής, ενδιάμεσα ο ραγοειδής και εξωτερικά ό σκληρός χιτώνας του ματιού.

Ο ραγοειδής χιτώνας αποτελείται από την ίριδα και το ακτινωτό σώμα προς τα εμπρός και τον χοριοειδή προς τα πίσω.

Πρόσθια ραγοειδίτιδα (ιριδοκυκλίτιδα)

Οι ιριδοκυκλίτιδες είναι συχνά ιδιοπαθείς, δηλ. δεν ανευρίσκεται το ακριβές αίτιό τους. Μπορεί όμως και να συνοδεύουν άλλες οφθαλμικές ή συστηματικές αιτίες.

Πρόσθια ραγοειδίτιδα μπορεί να ακολουθήσει έναν τραυματισμό ή μια χειρουργική επέμβαση, ενώ αρκετά συχνό αίτιο είναι και οι ερπητικές λοιμώξεις του οφθαλμού, συμπεριλαμβανομένου και του έρπητα ζωστήρα.

Μια εργαστηριακή εξέταση που αναζητά το λευκοκυτταρικό αντιγόνο B27 (HLA-B27) είναι αρκετά συχνά θετική.

Συστηματικά νοσήματα, όπως οι οροαρνητικές αρθρίτιδες (αγκυλωτική σπονδυλίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα κ.α.) αλλά και η φυματίωση, η σύφιλη και η σαρκοείδωση, μπορούν να είναι αίτια ιριδοκυκλίτιδας.

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν φωτοφοβία, πόνο που επιδεινώνεται με το διάβασμα, δακρύρροια και ερυθρότητα, που μπορεί να είναι εντονότερη γύρω από τον κερατοειδή. Ο σπασμός του σφιγκτήρα της κόρης προκαλεί τη συστολή της (μύση), ενώ σε σοβαρές περιπτώσεις τα φλεγμονώδη στοιχεία αθροίζονται στο κάτω μέρος του προσθίου θαλάμου σχηματίζοντας υπόπυο.

Η ιριδοκυκλίτιδες μπορεί να είναι οξείες ή χρόνιες, μονόπλευρες ή αμφοτερόπλευρες, ενώ αρκετά συχνά υποτροπιάζουν.

Οι περισσότερες περιπτώσεις απαντούν καλά στη θεραπεία με τοπικά στεροειδή και μυδριατικά κολλύρια. Αν η νόσος μεταπέσει σε πιο βαριά μορφή, μπορούν να εμφανιστούν επιπλοκές, όπως γλαύκωμα, καταρράκτης και οίδημα της ωχράς.

Οπίσθια ραγοειδίτιδα

Πρόκειται για φλεγμονή του χοριοειδούς, του οπίσθιου δηλαδή τμήματος του ραγοειδούς χιτώνα. Όπως και η πρόσθια ραγοειδίτιδα μπορεί να είναι μεμονωμένη διαταραχή, ή να αποτελεί μέρος μιας πολυσυστηματικής νόσου.

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν μυοψίες και θόλωση της όρασης (λόγω της ύπαρξης φλεγμονωδών στοιχείων στο υαλώδες, δηλ. το ζελέ στο εσωτερικό του ματιού). Συνήθως δεν υπάρχει πόνος, ούτε ερυθρότητα εξωτερικά στο μάτι.

Προκειμένου να προσδιοριστεί το ακριβές αίτιο, πρέπει να γίνει μια σειρά εξετάσεων, όπως φλουοραγγειογραφία, εργαστηριακές εξετάσεις αίματος και ακτινογραφία θώρακος.

Η θεραπεία εξαρτάται από το αίτιο, αλλά συνήθως περιλαμβάνει και τη χρήση στεροειδών τοπικά ή συστηματικά.

Διάμεση ραγοειδίτιδα

Χαρακτηριστικά προσβάλλει εφήβους και νεαρούς ενήλικες, που εμφανίζουν μυοψίες και θόλωση της όρασης στον έναν ή και στους δύο οφθαλμούς. Είναι αγνώστου αιτιολογίας και αντιμετωπίζεται και αυτή με στεροειδή.

Σύνδρομα μεταμφίεσης

Πρόκειται για οφθαλμικές παθήσεις, ως επί το πλείστον σοβαρές, που χωρίς να είναι πρωταρχικώς φλεγμονώδεις, παρουσιάζονται κλινικά σαν πρόσθιες ή οπίσθιες ραγοειδίτιδες.

Αυτά περιλαμβάνουν το ρετινοβλάστωμα, τη λευχαιμία, το λέμφωμα, το κακόηθες μελάνωμα, την περιφερική αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς κ.α.

Το βασικό πρόβλημα με αυτές τις παθήσεις είναι ότι θεωρούμενες αρχικά ραγοειδίτιδες οδηγούν σε λανθασμένη αντιμετώπιση και καθυστέρηση της σωστής θεραπείας, με αποτέλεσμα να προκαλείται αυξημένη οφθαλμική νοσηρότητα και να απειλείται ακόμη και η ζωή του ασθενούς.